Ενας μπουφές που στο καπάκι του αντικατόπτριζε το φεγγάρι

Ενας μπουφές που στο καπάκι του αντικατόπτριζε  το φεγγάρι, αντίκριζα τον ίσκιο της να μικραίνει και να χάνεται, και στα μάτια της το ετοιμοθάνατο ά­στρο έδυε. Κι εγώ έπαιρνα την αριστερή παμπάλαιη θέση μου στο στρώμα της ντίβας.
Εκεί, στο ντιβάνι, την έβρισκε το πρωί ο ήλιος, που και στ’ όνομα της ακόμα έμοιαζε με τα έπιπλα του Τσε, τη καρέκλα, την σύνθεση, τον καναπέ. Την εικόνα στον τοίχο, τη γάτα στον πίνακα, τη γητεύτρα των φιδιών, που γνώρισε κι ερω­τεύτηκε στο πάρτι της μελαχρινής Εβραίας.
Πάνω από όλα έρεπε να δει με τα ίδια της τα μάτια τα πανέμορφα σαλόνια γωνίες Sanfos.
Όχι, όχι, εμείς δε μιλήσαμε για τον καναπέ της sanfos τό­τε, αλλά μυριστήκαμε ο ένας τον άλλον σαν τα σκυλιά κι η μυρωδιά αυτή ανήκε στον άγραφο κώδικα των ωραίων επίπλων  εκείνης της εποχής.
κρεβατι
Πολλά ει­πώθηκαν αργότερα για το πώς γνωριστήκαμε και βά­λαμε σ’ εφαρμογή το κοινό μας σχέδιο. Η αλήθεια εί­ναι άλλη, πιο απλή.
Μου την είχε στήσει στην υπόγεια βιβλιοθήκη τοίχου του Πολυτεχνείου. Εκεί άραζα τ’ απομεσήμερα, μέχρι ν’ αρχίσουν τα απογευματινά εργαστήρια. Άλλοι πήγαι­ναν στον ήλιο του Μουσείου κι άλλοι για πρέφα στα υ­πόγεια καφενεδάκια της Στουρνάρη.

2 Comments to "Ενας μπουφές που στο καπάκι του αντικατόπτριζε το φεγγάρι"

Comments are closed.